Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

Πως να σε λέω;





Φοβόταν τη σιωπή και όλο και του 'λεγε καινούρια πράγματα, για να τον κρατάει ξύπνιο "μίλα μου, σ' ακούω, δεν έχω τίποτε άλλο ν' ακούω, μόνο τη φωνή σου κι αυτή την παράλογη μουσική που με ξεσηκώνει, ξέρεις μήπως εσύ από που έρχεται αυτή η μουσική; μοιάζει με αφρικάνικο μαχαίρι και βήματα γυμνά, πέλματα βαριά και τ' ακούω, εσύ; άκου, είναι μια μουσική που ξαναφέρνει εικόνες από πεθαμένες νύχτες, κατάλαβες; Πεθαμένες νύχτες, ναι, έχεις δίκιο, δεν μπορείς εσύ να ξέρεις αν δε σου πω την ιστορία με τις άγνωστες χώρες που ταξίδευαν το κορμί του, γυμνό κορμί και πεσμένο μπρούμυτα, σ' έναν ύπνο βαθύ λήθαργο και κολλημένα στο δέρμα γραμματόσημα και κάρτες από χώρες εξωτικές, μπορείς να το φανταστείς εσύ αυτό; Ταξίδευα έτσι στο κορμί του κι εκείνος κοιμόταν σαν παιδί, στ' όνειρο μέσα και χωρίς μιλιά ή διαδρομή, με πήγαινε από το λαιμό στα πόδια, από την έρημο, στη μεγάλη πόλη και η κοιλιά πεδιάδα, όχι δεν ήσουν εσύ, αν ήταν έτσι θα το θυμόσουνα, θα γελούσες τώρα, θα έκλαιγες, όχι δεν είσαι εκείνος, μα τώρα πια δεν ακούω παρά τη δική σου φωνή, με πιστεύεις; Θυμάσαι αλήθεια τις κάρτες από τις άγνωστες χώρες που χάραζαν στα κορμιά μας διαδρομές παράξενες και χανόμασταν και βρισκόμασταν, στο δικό μας βυθό, που γυάλιζε παράξενα, μπλε βαθύ ή πράσινο και γινόταν θάλασσα, θυμάσαι;
Πως να σε λέω τώρα αλήθεια;"







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου