Τρίτη 25 Μαρτίου 2014






Τον τελευταίο καιρό η σκέψη σου με κυριεύει και το βράδυ. Πέφτω στο κρεβάτι αργά, μήπως την ξεγελάσω, αφού έχω ασχοληθεί με κάθε απίθανη και πιθανή δουλειά, που θα μπορούσε να με αποσπάσει, οπότε ν΄αποσπάσει κι εσένα από μέσα μου. Κάθε βράδυ όμως, με πιάνει τελικά το ίδιο.
Μια αιφνίδια ανυπομονησία που ανεβαίνει όμοια με νερό σε σπίτι που πλημμυρίζει κι από τα πόδια, γίνεται μια ύπουλη παλίρροια ως το λαιμό.
Μαζί με το νερό, το πρόσωπό σου, ανεβαίνει κι αυτό πάνω μου, με τους φωσφορισμούς των ματιών σου να με κοιτούν επίμονα. Το βλέμμα μου πέφτει πάνω στα χέρια σου, χρώματα γεμάτα με καλούν.
Τότε είναι που πετάγομαι και βγαίνω έξω, ευχόμενη μια καταιγίδα. Να μπορέσω να περπατήσω ανάμεσα στις τριανταφυλλιές του κήπου με πόδια γυμνά, να βουλιάζουν ως τον αστράγαλο. Και να προσπαθώ να τρέξω βουλιάζοντας.Βιαστική και αργοπορημένη σ΄ένα ραντεβού που έχω ήδη αργήσει, αλλά με μεταφυσική ακρίβεια κανονισμένο, γι' αυτό και πρέπει να φτάσω οπωσδήποτε.
Δε θέλω άλλες πληροφορίες στην άφιξη, ούτε να διαβάσω παρομοιώσεις ζωής, γιατί μετά από καταιγίδες έχεις ανάγκη να σταθείς κάτω απ΄τη ζωή την ίδια, αυτή που οξύνει τις αισθήσεις καθώς φτάνει στα όρια του έρωτα, για να σύρει τελικά αυτούσια την ύπαρξή σου, μ' ένα μαγνητισμό πανίσχυρο.


Δεν θέλω πια να καταπολεμήσω τις αγριεμένες μου αισθήσεις, τεταμένες και διψομανείς απ΄τον έρωτά σου, δεν καταδέχονται καμιά υποδεέστερη χαρά. Σα μια γλώσσα που έμαθε στα καυτερά ανατολίτικα μπαχαρικά και απεχθάνεται κάθε ήπια γεύση. Εντάσεις, εκτάσεις, αγωνίες και τυφλοί πόθοι κι ο χρόνος να ρέει σε απόσταση που δε συντηρεί καμία ασφάλεια πια ούτε καν μέσα στη νύχτα που μακριά από το σώμα το δικό σου ακούω το πάτωμα να τρίζει.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου