Διάβαζα μέχρι και είκοσι φορές το κάθε μήνυμά σου, δυο τρεις φορές μόλις το άνοιγα κιόλας. Αν ήταν γράμμα θα το φιλούσα, θα το έχωνα στην τσάντα μου, να το ξαναδιαβάσω στο δρόμο κρατώντας το σφιχτά, μη μου το κλέψουν, μη μου το αρπάξει κανείς.
Είμαστε συνεχώς μαζί, οι άλλοι γύρω μου καταντούν ωχρές καρικατούρες. Μου έτυχε να βρεθώ με παρέα σ' εστιατόριο και να μην πω, ούτε ν' ακούσω λέξη.Κάποια στιγμή, το μάτι μου καρφώθηκε σε μια άδεια καρέκλα όπου εμφανίστηκες εσύ και μου χαμογέλασες. Οι άλλοι έπαψαν να υπάρχουν. Για μένα, η μόνη κατειλημμένη καρέκλα, ήταν αυτή, η κενή.
Μόνο στη φίλη μου είπα πως είμαι ερωτευμένη. Συγκινήθηκε, έτρεξε και μου αγόρασε μια αγκαλιά μαργαρίτες.
-Με ποιον; κι έλαμπαν τα μάτια της
-Δεν τον ξέρεις, είπα, δε μένει εδώ.
-Οι άνθρωποι που αγαπάμε μένουν πάντα μακριά, μου ανταπάντησε.
Έχει περάσει πάνω από μήνας από την τελευταία μας συνάντηση. Δυσκολεύομαι κάποιες φορές να σε φέρω με λεπτομέρειες στο νου, όπως σε είχα δει εκείνη τη μέρα. Ίσως γιατί η ταραχή μου είναι τόση κοντά σου, που μπερδεύονται όλα μέσα μου. Σε θυμάμαι καλύτερα από τις φωτογραφίες σου.Κι από τον ήχο της φωνής σου.
Τυχαίνει καμιά φορά στο σινεμά, ν' ακούγεται πεντακάθαρα η συνομιλία δυο ανθρώπων, που η εικόνα τους δείχνει τόσο μακρινή, που κανονικά δεν θα 'πρεπε ν' ακούγονται καθόλου. Έτσι μου φαίνεται κάποιες φορές, σα να ΄χει γίνει λάθος στη ρύθμιση του ήχου και η φωνή σου επαναλαμβάνεται μέσα μου μ΄έναν αντίλαλο σα μακρύ λυγμό συνεχόμενο, που θαρρείς πως δεν τελειώνει ποτέ. Θαρρείς και κλαίει ο ίδιος ο πόνος της έλλειψής σου δίπλα μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου