Υπολόγιζε τους μήνες με τους νόμους του σώματος. Τους γήινους και δυσκίνητους πολλές φορές.
Με την ανάγκη. Κατάφερε να μάθει στο αίμα της να προσανατολίζεται με τον ρυθμό των δικών του σφυγμών, σαν σε προϊστορικό προορισμό. Απ' αυτόν τον δρόμο έφτασε στην όξυνση όλων των αισθήσεων, που πάλευαν να χαϊδέψουν αυτό το παραπονεμένο ζώο, ναρκωμένο από την επαφή τους.
Δίχτυ πυκνό, που δεν αφήνει άλλες λέξεις να το διαπεράσουν. Την καθηλώνει.
Πάλευε με τα ημίμετρα, μήπως και απαλύνουν, μήπως και χαμηλώσουν τα αισθητήρια, να πάψει αυτός ο πόνος. Δίπλωνε το μήνα στα τέσσερα, τέσσερα κομμάτια δικά του, μέχρι που φύσηξε ο σορόκος, στην αρχή στα μαλλιά και μετά στα μάτια, που χαμογέλασαν και είδε έξαφνα την ευτυχία να ΄ρχεται καταπάνω της με λινό πουκάμισο και πήλινα δάχτυλα.
Σφύριξε στο ακροκέραμο,πριν κατέβει στο μόλο,ανάμεσα στη θάλασσα
και το μαβί ουρανό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου