Είσαι παντού πια. Σ' αυτά που έγραφα πριν σε γνωρίσω, πριν καν γεννηθώ και πριν ακόμη εσύ γεννηθείς, σ΄αυτά που γράφω τώρα και σε όσα θα ξαναγράψω. Μ'ακολουθείς μουτζουρώνοντας τις σελίδες. Παίρνεις κιμωλία και ζωγραφίζεις τα πόδια μας σε άξονα χ. Τι λόγο έχεις να ΄σαι εδώ συνέχεια, μπορείς να μου πεις; Τα βράδια χορεύω με το κορμί σου κολλημένο στην πλάτη μου να μ' εμποδίζει να εκτελέσω και τα πιο απλά βήματα. Ποιος αποφάσισε η κλητική μου να έχει πέντε γράμματα; Τους σπρώχνω όλους και η καθαρίστρια μου φωνάζει να μην πατάω στα σφουγγαρισμένα, όμως πως να το καταφέρω μ' εσένα στην πλάτη; Με κρατάς απ' τη μέση και με συνοδεύεις σ' ένα σπίτι που ποτέ δε σου έδωσα κλειδί, όμως με προσπερνάς και ξεκλειδώνεις, ανάβεις τα φώτα χωρίς διακόπτη και μένεις μέχρι να κοιμηθώ για να μπεις μετά στην άλλη σου διάσταση. Κι εγώ νομίζω πως θέλω να μ' αφήσεις, μα κάθε πρωί σε ψάχνω για να σκαρφαλώσεις πάλι πάνω μου. Κανείς δε σε βλέπει. Ρώτησα πολλούς. Καμιά φορά ούτ'εγώ, μα φαντάζομαι πως θα'χεις κι άλλες δουλειές. Πάνω στη θλίψη μου, ακούω βήματα και μπαίνεις στο δωμάτιο με τα γυαλιά ελαφρά κατεβασμένα όπως την πρώτη φορά. Δεν ξέρουν να σε δουν οι άλλοι, αγάπη μου, γιατί δεν ξέρουν καν πού να κοιτάξουν. Μόνο εγώ σε βλέπω να τρως από 'μένα και να με ταϊζεις για να ζω. Έλα, ανέβα. Είναι Κυριακή σήμερα κι έχω τόσα αποθέματα που μπορεί και να μπορέσω να μπορώ για πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου