Να φοβάσαι όσα έρχονται ακάλεστα
με μαλλιά ανακατεμένα από ανέμελα κλαδιά
μια επίφαση ξενοιασιάς
και υγρασία που επιστρέφει από τα κόκαλα πιο μέσα
Να φοβάσαι όσους ονειρεύονται βεγγαλικά πίσω από πέτρινες
μάντρες, πέτρινους τοίχους
πέρα από πέτρινες ψυχές
Όσους δεν κρατάνε αποστάσεις στο αντάμωμα
και αγκαλιάζονται με δύναμη
Όσους περιμένουν στην προβλήτα να φανεί όχι το πλοίο, μα
το καΐκι που έφυγε το ξημέρωμα
γεμάτο ή αδειανό
που δεν αποφεύγουν τους νερόλακκους στο φόβο μη λερωθούν,
που φορούν πανιά και σαλπάρουν γι' αλλού κάθε βράδυ
που ξαπλώνουν ανάσκελα στον ήλιο
και φέρνουν σβούρες στη βροχή
Μα πάνω απ' όλα να τρέμεις στους πόθους
που σε φέρνουν λίγο πιο μακριά από 'κεί που η λογική σου υπολόγισε
με το βαρύ άγγιγμα μιας νυχτερινής πεταλούδας στον ώμο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου