Ώρες ώρες αναρωτιέμαι, τι κάθομαι και σου λέω για μουσικές, ζωγραφιές, κύματα,
με λέξεις που πασχίζουν να φτιάξουν όλες μαζί ένα αληθινό και το μόνο που τελικά διακρίνω πατώντας γράμμα γράμμα πάνω τους, είναι η ανεπάρκεια.
Αξιοθρήνητο απόσταγμα στην απόπειρα.
Διασυρμός συναισθημάτων, με καλολογικά στοιχεία, ικανά να τους προκαλέσουν κύφωση και η αλήθεια να πασχίζει ν' ανασάνει, κάτω απ' το λιωμένο μέταλλο, που αναδεύεται αργά.
Μια απλωσιά ίσα μ' ένα μικρό χωράφι, άμμος και θάλασσα πιο πέρα και η αλμύρα να νοστιμεύει το τοπίο, εσύ κι εγώ σ' ένα σπίτι με δυο κάμαρες και αλήθεια, νιώθω πως θα ήμουν ευτυχισμένη, χωρίς ούτε μια λέξη.
/Κι ένα βουνό να ρίχνει ίσκιο, για να είσαι ευτυχισμένος εσύ./
Δεν ξέρω αν ήταν αλλόκοτο το μέσα μου σχήμα, μα ξέρω πως κατάφερες και λείανες τις γωνίες που έπεφτα πάνω τους και γέμιζαν μελανιές τα γόνατα.
/Χρόνος αόριστος, που μπήκαμε σκουντουφλώντας, τυχαία σχεδόν, ανυπεράσπιστοι και τυφλοί στο πεπρωμένο κι εξηγήσεις που συσκοτίζουν πιο πολύ τα ερωτηματικά: μουτζούρες πάνω σε μαλακό χαρτί/
Παλεύω να συμφιλιωθώ με τις αισθήσεις μου. Να τους δώσω την ίδια βαρύτητα σε όλες, ζώντας τα γεγονότα την ώρα που διαδραματίζονται, μα τις πιο πολλές φορές δεν τα καταφέρνω. Παλεύω να συμφιλιωθώ με τον εαυτό μου, χωρίς προσδιορισμούς διάθεσης, μήπως καταφέρω τελικά και υπάρξω ολόκληρη κάπου, χωρίς ξεχείλισμα από άχρηστες αποσκευές, χαρακτηρισμούς, ερμηνείες και κανόνες. Ίσως στο σημείο αυτό παραδεχτώ, πως η άκρη της αβύσσου είναι τελικά ένα βήμα από εκεί που στέκω και πως μόνο με επιμονή και ένστικτο, θα κατευθυνθώ προς την αντίθετη πλευρά.
Ο πίνακας του Κώστα Κουκουζέλη

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου