Κυριακή 17 Ιουνίου 2012

Πάμε; του Κώστα Κουκουζέλη











[Είναι, απ’ τη μια, κάποιοι που όχι μόνο έχουν την εντύπωση
πως είναι στο κέντρο του σύμπαντος τους αλλά ότι είναι αυτό
καθαυτό το κέντρο του σύμπαντος και όλα τα υπόλοιπα
(τα ρέστα, τα ψιλά, τα σέντσια) περιστρέφονται γύρω τους
θαυμάζοντας την μεγαλειώδη ύπαρξή τους. Καπέλο τους.]

Εκείνος απ’ την άλλη, καθόλου δεν το νόμιζε αυτό. Σε μια γωνία του σύμπαντος, στεκόταν και χάζευε τα διάφορα κέντρα, τους ήλιους και τους γαλαξίες, τους πλανήτες και τις μαύρες τρύπες να στροβιλίζονται γύρω από τη μάταιη ύπαρξή τους. Μισός μέσα στο σύμπαν, στον χωροχρόνο δηλαδή με τις συμβάσεις και τις υποχρεώσεις και μισός έξω από αυτό, εκεί (που δεν είναι εκεί, ούτε εδώ, ούτε πουθενά -κι άντε να σε βρει η εφορία που λέει ο λόγος) που ούτε ο χρόνος περνάει μήτε ο χώρος αλλάζει, αφού δεν υπάρχουν, στον τόπο του ‘διηνεκούς’. Παίζοντας το κομπολόι του-με χάντρες από σπάνια κουάρκ κι έναν κομήτη για φούντα- περίμενε. Εκείνη∙ που την είχε ακούσει να του απαγγέλλει, από χιλιάδες μίλια μακριά, πως όπου κι αν πήγαινε, αυτή θα ήταν εκεί… «εγώ θα είμαι εκεί». Την περίμενε, λοιπόν, να κάνουν μαζί αυτό το τελευταίο βήμα που οδηγούσε έξω από το σύμπαν δηλαδή έξω από τον χώρο και τον χρόνο.

Δυο παλάμες του έκλεισαν τα μάτια. Ένα γελάκι ευωδίασε τη νοτιοδυτική γωνιά των πάντων. Εκείνη ήταν ήδη εκεί. Του ‘πιασε το χέρι, οι καρποί τους ενώθηκαν και οι παλμοί τους συντονίστηκαν…

-Πάμε;…





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου