Μου διάβαζες τα ποιήματα ανάποδα. Καθισμένος στο σκαλάκι, λέξεις από το τέλος προς την αρχή. Το ίδιο μετά στο ξύλινο τραπέζι και στον χτιστό πάγκο. Αλφάβητο απ' την ανάποδη. Πρώτα αγαπηθήκαμε και μετά γνωριστήκαμε. Με αυτή τη σειρά ακριβώς. Σου άρεσαν οι φωτεινές ταμπέλες που αναβόσβηναν μέσα στη θάλασσα βαθιά. Εκεί ήταν στημένη και η τραμπάλα που προσπαθούσαμε μάταια να ισορροπήσουμε. Μ' άφηνες να σ΄αφήσω, γιατί έβλεπες απ΄την αρχή την κορδέλα στο πόδι μου. Εγώ δεν την έβλεπα. Ήξερα όμως πως στα δέκα βήματα θα γυρνούσα πίσω. Δεν ήξερα άλλον να διαβάζει ανάποδα εξάλλου, ούτε να λέει έτσι τ΄όνομά μου. Εκείνο το βράδυ γίναμε τοιχογραφίες. Ανεξίτηλες. Και την επόμενη βάρκες μέσα στην πλημμύρα, που μας βρήκε μισούς και ανεκπλήρωτους. Τότε ήταν που ξεκίνησα να σου γράφω. Στην αρχή για να σε νανουρίζω, μετά να σε ξυπνώ. Έγραφα στον τοίχο κόντρα στη θάλασσα, σε κουρτίνες θεάτρου, ξύλινες και μεταλλικές πόρτες, διαδρόμους, ακόμη και στην οροφή. Γλώσσες μπερδεμένες να φτάνουν μέχρι τα ιερογλυφικά που δεν ήξερα κι εγώ τι σημαίνουν. Αρκεί που καταλάβαινες εσύ. Μου έμαθες πως είναι πιο εύκολο έτσι. Μπορείς μετά από λεπτά να διαβάζεις, χωρίς να μπλέκεις με αναμνήσεις. Τα έμπλεξα όμως και τα δυο σ΄εκείνο ακριβώς το σημείο που γεύτηκα την σάρκα σου. Από τότε έμαθα ν΄αγαπώ και τις νύχτες, τα καλοκαιρινά μπαλκόνια, τα τοπικά λεωφορεία, και τις ζωγραφιές στην σκόνη των περαστικών αυτοκινήτων.
Aκούω βήματα και μπαίνεις στο δωμάτιο με τα γυαλιά ελαφρά κατεβασμένα όπως την πρώτη φορά. Δεν ξέρουν να σε δουν οι άλλοι, αγάπη μου, γιατί δεν ξέρουν καν πού να κοιτάξουν. Μόνο εγώ σε βλέπω να τρως από 'μένα και να με ταϊζεις για να ζω. Έλα, ανέβα. Τρίτη σήμερα κι έχω τόσα αποθέματα που μπορεί και να μπορέσω να μπορώ τα πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου